παρθένιος

παρθένιος
I
Έλληνας ποιητής του 1ου αι. π.Χ. από τη Νίκαια. Το 73 π.Χ. είχε αιχμαλωτιστεί από τους Ρωμαίους στον πόλεμο εναντίον του Μιθριδάτη και είχε οδηγηθεί στη Ρώμη. Όταν τον άφησαν ελεύθερο, εργάστηκε εκεί και στη Νάπολη ως δάσκαλος. Στη Νάπολη είχε μαθητή του τον Βιργίλιο. Ο Π. υπήρξε κυρίως ελεγειακός ποιητής, αλλά δυστυχώς δε σώθηκαν παρά μόνο οι τίτλοι των ποιημάτων του. Βρέθηκε μόνο ένα πεζό έργο του, που είχε γραφτεί για τον φίλο του Γάλλο, και ήταν ένα απάνθισμα θρύλων που είχαν σχέση με ερωτικές περιπέτειες. Ο τίτλος αυτού του έργου του είναι Περί ερωτικών παθημάτων.
II
Όνομα αγίων της Ανατ. Ορθόδοξης Εκκλησίας.
1. Επίσκοπος Λαμψάκου. Έζησε στην εποχή του Μεγάλου Κωνσταντίνου. Η μνήμη του τιμάται στις 7 Φεβρουαρίου.
2. Μαρτύρησε στην Κωνσταντινούπολη. Η μνήμη του τιμάται στις 24 Μαρτίου.
III
Όνομα 4 πατριαρχών της Κωνσταντινούπολης.
1. Π. ο A’ (1639 – 1644). Καταγόταν από τα Ιωάννινα. Χειροτονήθηκε για πρώτη φορά μητροπολίτης Ναυπάκτου και ύστερα Ιωαννίνων, απ’ όπου καθαιρέθηκε επειδή δεν μπόρεσε να ενώσει τη διχασμένη κοινότητα. Στα χρόνια της πατριαρχείας του συγκροτήθηκε στο Ιάσιο τοπική σύνοδος, στην οποία πήραν μέρος έξαρχοι του οικουμενικού θρόνου και ο περιώνυμος μητροπολίτης Κιεβίας Πέτρος Μογίλας (1642). Η σύνοδος αυτή καταδίκασε τη λεγόμενη ομολογία του Κ. Λούκαρη θεωρώντας ότι είχε καλβινική έμπνευση. Τον Σεπτέμβριο του 1644, ο πατριάρχης καθαιρέθηκε και εξορίστηκε αρχικά στην Κύπρο και ύστερα στη Xίo, όπου όπως λέγεται, και πέθανε το 1646 από δηλητηρίαση.
2. Π. ο B’. Λεγόταν Οξύς, για να διακρίνεται από τον πρώτο. Λόγιος και αυτός, με πιθανολογούμενη καταγωγή από τη Χίο. Χειροτονήθηκε μητροπολίτης Αγχιάλου και ύστερα Αδριανουπόλεως, απ’ όπου κλήθηκε στον πατριαρχικό θρόνο της Κωνσταντινούπολης, το Σεπτέμβριο του 1664. Αλαζόνας, πλεονέκτης και οξύς στο χαρακτήρα, προκάλεσε την αντίδραση του λαού εναντίον του. Τελικά καθαιρέθηκε και εξορίστηκε (1646). Το 1648 ανακλήθηκε από την εξορία και πατριάρχευσε για δεύτερη φορά μέχρι το 1651, έτος που με διαταγή της Υψηλής Πύλης δολοφονήθηκε με πνιγμό.
3. Π. ο Γ’ (1656 – 1657). Πρώην μητροπολίτης Χίου, κλήθηκε στον πατριαρχικό θρόνο της Κωνσταντινούπολης τον Ιούλιο του 1656. Διακρίθηκε για τη χρηστότητα και τη μόρφωσή του. Επειδή όμως συκοφαντήθηκε από τους Ιησουίτες, ότι δήθεν συνωμοτούσε με τον ηγεμόνα της Βλαχίας εναντίον του σουλτάνου, απαγχονίστηκε το Σάββατο του Λαζάρου του 1657, στην Καγκελωτή Πύλη (Παρμάκ-Καπού) της Κωνσταντινούπολης.
4. Π. ο Δ’. Λεγόταν Μογγιλάλος και διετέλεσε μητροπολίτης Προύσης. Aνέβηκε πέντε φορές στον πατριαρχικό θρόνο στο διάστημα από 1657 έως 1685. Στη διάρκεια της τρίτης πατριαρχίας του (1671), πέτυχε την απαγόρευση των πρόσκαιρων συνοικεσίων ανάμεσα σε Τούρκους και Ελληνίδες.
* * *
-α, -ο / παρθένιος, -ία, -ον, θηλ. και -ος, ΝΑ [παρθένος]
αυτός που ανήκει ή αναφέρεται σε παρθένο, σε κοπέλα, ο κοριτσίστικος
αρχ.
1. αυτός που ανήκει ή αναφέρεται σε παρθένο θεά
2. μτφ. αγνός, άσπιλος, καθαρός, λευκός
3. το αρσ. ως ουσ. ὁ παρθένιος
α) γιος ανύπαντρης γυναίκας
β) ονομασία μήνα
4. το ουδ. ως ουσ. τὸ παρθένιον
βλ. παρθένιο(ν)
5. (το ουδ. ως επίρρ.) παρθένιον
με τρόπο που αρμόζει σε παρθένο, παρθενικώς
6. φρ. α) «παρθένιος αὐλός» — αυλός με οξύτερο ήχο από τον παιδικό αυλό
β) «παρθένιος ἀνήρ» — ο πρώτος σύζυγος
γ) «παρθενία γαῑα» — είδος χώματος στη Σάμο για το οποίο πιστευόταν ότι είχε θεραπευτικές ιδιότητες.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Look at other dictionaries:

  • παρθένιος — of a maiden masc nom sg παρθένιος of a maiden masc/fem nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Παρθένιος — of a maiden masc nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Κατσιούλης, Παρθένιος — (18ος αι.). Λόγιος ιερομόναχος. Γεννήθηκε στα Ιωάννινα. Δίδαξε σε διάφορα σχολεία και το 1720 άρχισε να συντάσσει συλλογή από παροιμίες. Το 1728 κυκλοφόρησε το θρησκευτικού περιεχομένου έργο του Αποφθεγμάτων απανθίσματα αγίων πατέρωνκαιφιλοσόφων …   Dictionary of Greek

  • παρθενίους — παρθένιος of a maiden masc acc pl παρθένιος of a maiden masc/fem acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • παρθένιε — παρθένιος of a maiden masc voc sg παρθένιος of a maiden masc/fem voc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • παρθένιοι — παρθένιος of a maiden masc nom/voc pl παρθένιος of a maiden masc/fem nom/voc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Парфений древнегреческий поэт — (Παρθένιος) древнегреческий поэт. Родом из Никеи, по завоевании которой римлянами (73 г. до Р. Хр.) попал в качестве пленного в Рим; впоследствии жил в Неаполе. От П. сохранился прозаический сборник (έρωτικά παθήματα) малоизвестных историй… …   Энциклопедический словарь Ф.А. Брокгауза и И.А. Ефрона

  • Парфений, древнегреческий поэт — (Παρθένιος) древнегреческий поэт. Родом из Никеи, по завоевании которой римлянами (73 г. до Р. Хр.) попал в качестве пленного в Рим; впоследствии жил в Неаполе. От П. сохранился прозаический сборник (έρωτικά παθήματα) малоизвестных историй… …   Энциклопедический словарь Ф.А. Брокгауза и И.А. Ефрона

  • παρθενίαις — παρθένιος of a maiden fem dat pl παρθενία fem dat pl παρθενίας son of a concubine masc dat pl παρθενίης masc dat pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • παρθενίη — παρθένιος of a maiden fem nom/voc sg (epic ionic) παρθενία fem nom/voc sg (epic ionic) παρθενίας son of a concubine masc voc sg (epic ionic) παρθενίης masc voc sg (epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”